Δεν ξέρω πόσοι από τους επισκέπτες του protagon.gr έχουν ακούσει κάτι για τη Μαρίνα Σίλβα.
Γεννημένη σε μια μακρινή επαρχία της Βραζιλίας το 1958, σε μια οικογένεια με 12 παιδιά εργαζόταν σκληρά από πολύ μικρή στις φυτείες του καουτσούκ και τόσο πολύ, που μέχρι την εφηβική της ηλικία δε είχε προλάβει να μάθει καν γράμματα. Αλλά μόλις της δόθηκε η ευκαιρία έβαλε μπρος τις μηχανές και σε λίγα χρόνια είχε τελειώσει και το Πανεπιστήμιο.
Αποδείχθηκε γυναίκα με φοβερή θέληση, αν και σωματικά η ηπατίτιδα που κόλλησε σε νεαρή ηλικία και η ελονοσία την είχαν καταπονήσει. Ο Πρόεδρος Λούλα, έχοντας τότε πολύ διαφορετικά μυαλά από ό,τι τώρα, της εμπιστεύθηκε το Υπουργείο για το Περιβάλλον ολόκληρης της Βραζιλίας από το 2003 μέχρι το 2008. Γιατί μόνο μέχρι το 2008; Διότι τόσο μόνο μπόρεσαν να ανεχθούν και αυτός και οι υπόλοιποι στην κυβέρνηση και οι ισχυροί οικονομικοί παράγοντες κάποιον να τους χαλάει τα σχέδια. Η Μαρίνα Σίλβα διακρίθηκε για την επιμονή της να σώσει τα δάση του Αμαζονίου από το ανηλεές πελέκημα και την χωρίς μέτρο υλοτομία. Κατάφερε μέσα σε πέντε χρόνια να την έχει ελαττώσει κατά 60% και όλη η υδρόγειος της χρωστάει κάπου 520 εκατομμύρια τόνους λιγότερο διοξείδιο του άνθρακα.
Και όταν βγήκε από την κυβέρνηση παίρνοντας απλά μια θέση στη Γερουσία, συνέχισε τον αγώνα της. Και σήμερα είναι υποψήφια για την προεδρία με την υποστήριξη των Πρασίνων, που όμως στη Βραζιλία οι ψηφοφόροι τους εκτιμούν πολύ λιγότερο από ό,τι εμείς εδώ στην Ευρώπη. Απέναντί της θα έχει για αντίπαλο μια μαριονέτα, τη Ντίλμα Ρούσσεφφ, που τη διάλεξε ο Λούλα για να της λέει από το παρασκήνιο τι να κάνει.
Και άλλες γυναίκες στη διεθνή σκηνή αυτή την εποχή μου έχουν κάνει εντύπωση με βάση τα όσα διαβάζω στις εφημερίδες, κυρίως τις ξενόγλωσσες, ενώ στα δικά μας αθλίας σύνθεσης τηλεοπτικά νέα άλλες τύπισσες προβάλλονται.
Εντυπωσιάζομαι από την Μαρίνα Αμπραμόβιτς, μια καλλιτέχνιδα που σε κάθε μια σχεδόν από τις εμφανίσεις της στις μεγαλύτερες αίθουσες τέχνης του κόσμου υποφέρει κυριολεκτικά διαλύοντας το κορμί της και το μυαλό της για να κάνει τον επισκέπτη να προβληματιστεί, είτε για τους κρατούμενους του Γκουαντάναμο είτε για τη σκληρή του καθημερινότητα, έως την Σουζαμ Ντιντάρ-Ισίκ.
Μια κοπέλα τουρκικής καταγωγής που κι αυτή μέχρι τα εννέα της χρόνια ζούσε αναλφάβητη σε ένα χωριό της Καπαδοκίας. Τότε βρέθηκε στην Άγκυρα, έμαθε να διαβάζει, σπούδασε, κυνηγήθηκε για τις αριστερές της ιδέες και τελικά βρέθηκε στη Γερμανία. Δεν υποτάχθηκε στην με αποκλεισμούς και άχαρη για τις γυναίκες ζωή της Μουσουλμάνας, μπήκε σαν εκπρόσωπος Τύπου στη μεγαλύτερη αθλητική ομάδα των Τούρκων μεταναστών, προσχώρησε όμως και στο κίνημα υπεράσπισης των ομοφυλοφίλων, οπότε οι ίδιοι οι συμπατριώτες της την πέταξαν έξω, παρόλα όσα είχε κάνει έως τότε γι αυτούς.
Αυτόν λοιπόν τον καιρό ψάχνω κι εγώ για γυναίκα. Ελληνίδα που να μπορεί να με συναρπάσει. Όχι για να την παντρευτώ, αλλά για να τη θαυμάσω ή έστω για να την εκτιμήσω για κάτι που κάνει, στην πολιτική, την τέχνη, τη δημοσιογραφία. Για κάτι που κάνει με θάρρος και επιμονή, όχι από επαγγελματική υποχρέωση, αλλά βάζοντας σε κίνδυνο την καλοπέρασή της, την ελευθερία της, τη φήμη της ακόμη και την όποια περιουσία της, βάζοντας τα γυαλιά στους έως και ανυπόφορους πια Έλληνες άνδρες της δύναμης, της εξουσίας, της επιτυχίας.
Από όσα ανέφερα πριν, καταλαβαίνουμε όλοι ότι από τη Ντόρα, που μας ανήγγειλε (μάλλον μας απείλησε) με αρκετό θράσος (αν και αποτυχημένη και σαν Δήμαρχος και σαν Υπουργός) ότι θα κάνει κόμμα, μέχρι τις διάφορες φάτσες που κολυμπούν στον τηλεοπτικό πολτό και τις διανοούμενες που πλατσουρίζουν στα ρηχά, καμιά τους δεν μπορεί να παίξει πιο έξω από τον ελληνικό νερόλακκο. Ανούσιες, άχρωμες ή αντίθετα υπερβολικές, κολοκυθένιες τέλος πάντων. Σε μια εποχή που ακόμη και οι Αμερικανοί, αλλάζοντας στάση αρχίζουν να υπερηφανεύονται για τις γυναίκες τους (βλ. Περιοδικό Atlantic, Ιούλιος-Αύγουστος 2010). Γιατί άραγε;
Εσείς μήπως νομίζετε ότι έχω ξεχάσει κάποια και άδικα έχω απογοητευθεί;
του Άλκη Γαλδαδά
www.protagon.gr (19-7-2010)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου