Α) Αρχικά, επί της αρχής, θεωρούμε απαράδεκτη την αξιολόγηση με τα ίδια κριτήρια των εκπαιδευτικών όλων των βαθμίδων, καθώς είναι προφανές ότι υπάρχουν σημαντικές διαφορές στόχων ανάμεσα στην πρωτοβάθμια και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση-στην υποχρεωτική και προαιρετική- όπως και διαφορές στην ηλικία των παιδιών, τα ενδιαφέροντά τους και τη δομή του σχολικού προγράμματος.
Β)Σύμφωνα με τα προβλεπόμενα, ιδιαίτερη βαρύτητα για τη θετική αξιολόγηση του εκπαιδευτικού φαίνεται να έχει η συμμετοχή του σε προγράμματα (π.χ. Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, Αγωγής Υγείας κ.ά.). Θεωρούμε ότι, αν τελικά εφαρμοστεί κάτι τέτοιο, αδικούνται κατάφωρα οι καθηγητές Λυκείου και ιδιαίτερα όσοι διδάσκουν τα μαθήματα κατεύθυνσης και τα πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα. Οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί επιτελούν έργο αυξημένης ευθύνης, υφίστανται ιδιαίτερη πίεση καθ’όλη τη διάρκεια του σχολικού έτους, αφιερώνουν πολύ χρόνο για την προετοιμασία του εκπαιδευτικού τους έργου και, ως εκ τούτου δεν έχουν χρόνο για τη συμμετοχή τους σε προγράμματα.
Επιπλέον, σύμφωνα με τη συνήθη πρακτική, προγράμματα αναλαμβάνουν συνήθως εκπαιδευτικοί που δεν έχουν τη δυνατότητα συμπλήρωσης ωραρίου με μαθήματα της ειδικότητάς τους. Επομένως, συχνά, ακόμη κι αν κάποιος εκπαιδευτικός που συμπληρώνει ωράριο με τα μαθήματα ειδικότητας επιθυμεί να αναλάβει πρόγραμμα, αυτό δεν είναι πάντοτε εφικτό. Κρίνουμε, λοιπόν, ότι είναι κατάφωρα άδικο να αξιολογούνται με εκ προοιμίου τιμωρητική διάθεση οι εκπαιδευτικοί που αναλαμβάνουν την πιο αγχογόνα διαδικασία της σχολικής ζωής, την προετοιμασία-γνωστική και ψυχολογική-των μαθητών για τις πανελλαδικές εξετάσεις κι όσοι εστιάζουν στα μαθήματα της ειδικότητάς τους, δεδομένου ότι το εκπαιδευτικό έργο είναι κατεξοχήν διδακτικό και παιδαγωγικό.
Γ)Άδικη θεωρούμε, επίσης, τη σχετική πρόβλεψη για την κατάταξη των εκπαιδευτικών σε κατηγορίες διδακτικής επάρκειας. Στο συγκεκριμένο άρθρο αναφέρεται ότι κριτήριο για την κατάταξη του εκπαιδευτικού στην κατηγορία «πολύ καλός» είναι και η φοίτησή του σε ΣΕΛΕΤΕ και ΣΕΛΔΕ. Το μέτρο αδικεί προφανέστατα τους νεότερους εκπαιδευτικούς, αφενός γιατί κανένας από αυτούς δεν είχε τη δυνατότητα να φοιτήσει σε ΣΕΛΕΤΕ, αφετέρου γιατί τα ΠΕΚ, που πέρασαν υποχρεωτικά όλοι οι νέοι συνάδελφοι, αλλά και ο ΑΣΕΠ(άραγε δεν ήταν ενός είδους αξιολόγηση;)δεν αποτελούν κανενός είδους τεκμήριο.
Κλείνοντας, θέλουμε να επισημάνουμε ότι για να γίνει αποδεκτό οποιοδήποτε σύστημα αξιολόγησης θα πρέπει να πείσει ότι είναι αδιάβλητο, αντικειμενικό και –κυρίως-δίκαιο . Αλλιώς, μιλάμε για ένα ακόμη ισοπεδωτικό και άδικο μέτρο, όπως τα περισσότερα από όσα ζήσαμε τα τελευταία χρόνια, που θα πλήττει και θα τιμωρεί τους συνεπείς και υπεύθυνους εκπαιδευτικούς. Και πιθανόν καθίσταται πιο επίκαιρη από ποτέ η γνωστή ρήση του Αριστοτέλη: «Δεν υπάρχει τίποτε πιο άνισο από την ίση αντιμετώπιση των άνισων».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου