Η Λισσαβώνα του 2012 έχει τόσα πρόσωπα, όσοι και οι ήρωες που εμπνεύστηκε ο Πεσόα.Ελάχιστα άδεια μαγαζιά. Κάποια συσσίτια, που διανέμονται τα βράδια. Μερικοί άστεγοι, κυρίως μετανάστες. Χαμηλή εγκληματικότητα. Ηρεμία και τάξη. Και όμως. Ένα χρόνο μετά το Μνημόνιο, η πορτογαλική κοινωνία έχει υποφέρει πολύ.
Οι μισθοί μειώθηκαν σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, τα δώρα κόπηκαν, αργίες καταργήθηκαν, η ανεργία έφτασε το 15% –αριθμός ρεκόρ– όπως και η ύφεση, η οποία για το τρέχον έτος υπολογίζεται στο 3%. Η κυβέρνηση, με την στήριξη της αντιπολίτευσης, κέρδισε τους επαίνους της ευρωπαϊκής νομενκλατούρας αλλά όχι την εμπιστοσύνη των επενδυτών και την εκεχειρία των αγορών. Η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας εξακολουθεί να είναι το πιο σημαντικό πρόβλημα της χώρας.
Στην Αθήνα νιώθει κανείς στο πετσί του την οργή. Στη Λισσαβώνα, δεν υπάρχει θυμός. Ούτε αντίδραση. Μόνο ένα συγκαταβατικό βλέμμα. Επικρατεί η συμμόρφωση, η παραίτηση, η εσωστρέφεια. Όχι το ορθόδοξο «έχει ο θεός» αλλά το καθολικό «τα βάσανα είναι μέρος της ενάρετης ζωής».
Τι είναι αυτό που διαφοροποιεί τον Έλληνα από τον Πορτογάλο; Το ταμπεραμέντο; Η θρησκεία; Η μακρινή και πρόσφατη ιστορία; Η στάση ζωής; Γιατί, αν και οι δύο χώρες συναντιούνται στον ίδιο σφυγμό της κρίσης, έχουν τόσο αντίθετη ρότα; Είσαστε πολλά βήματα μπροστά μας» λέει ο Αντόνιο Πίντο Ριμπέιρο, μπλόγκερ, συγγραφέας, λέκτορας σε διεθνή πανεπιστήμια και επιμελητής στο Ιδρυμα Γκουλμπενκιάν.«Βέβαια, υπάρχουν και μεγάλες διαφορές.
Μη θεωρήσετε ότι εδώ δεν υπάρχουν σκάνδαλα ή διαφθορά. Κακές πολιτικές επιλογές. Ένας από τους κύριους λόγους που οδηγηθήκαμε στην κρίση είναι τα χρέη των νοικοκυριών. Βέβαια, γίνομαι έξαλλος, όταν πάνε να φορτώσουν τα πάντα στους πολίτες. Σαφέστατα ξόδευαν πολύ παραπάνω απ’ ό,τι κέρδιζαν. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η αποπληρωμή δανείων και καρτών τούς στερεί πάνω από το 70% του ήδη μειωμένου μισθού τους. Όμως, από τη δεκαετία του 1990 και μετά, οι τράπεζες έκαναν τα πάντα για να σπρώξουν τον συντηρητικό και συγκρατημένο μέσο Πορτογάλο σε μια ανεύθυνη καταναλωτική συμπεριφορά. Και το πέτυχαν με εορτοδάνεια, διακοποδάνεια, στεγαστικά. Σε αυτό τον εκμαυλισμό των πολιτών, προσθέστε και τον αθρόο κρατικό δανεισμό κι έχετε τη συνταγή της καταστροφής».
Ο Έλληνας λέει ανοιχτά και απερίφραστα τη γνώμη του και συγκρούεται με τους άλλους. Ο Πορτογάλος δεν θα τοποθετηθεί ευθέως. Θα βάλει στα λόγια του ένα “ίσως”, ένα διφορούμενο στοιχείο».Οι διαδηλώσεις είναι πάντα ήρεμες.Τα πλάνα που δείχνει η τηλεόραση από τα επεισόδια της Αθήνας μάς σοκάρουν. Δεν μπορούμε να ταυτιστούμε με τον θυμό σας. Πολλοί θεωρούν ότι αν χρεοκοπήσετε, θα μας πάρετε στον λαιμό σας.
Όμως, η Ευρώπη είναι μια οικογένεια και δεν μπορείς να πετάξεις ένα μέλος έξω από το σπίτι, χωρίς να μείνουν βαθιά τραύματα. Πρέπει να σας στηρίξουμε. Εγώ, από το δικό μου μετερίζι, δίνω αγώνα να εξηγήσω στους συμπατριώτες μου τι είναι η σύγχρονη Ελλάδα, μακριά από τα στερεότυπα.Και στην Πορτογαλία έχουμε φτώχεια. Αλλά κρύβεται μέσα στα σπίτια, βιώνεται με ντροπή και ψευτοπερηφάνια. Η μεσαία τάξη εξαφανίζεται. Όμως, δεν υπάρχει καμιά αντίδραση. Μοιάζουμε με κάποιες ηρωίδες των φάδος, που τις κακοποιεί ο εραστής τους αλλά εκείνες συνεχίζουν να τον λατρεύουν και να λένε ότι θα παραμείνουν δίπλα του για πάντα...».
«Η Πορτογαλία –όπως και η Ελλάδα– μπήκε στην Ε.Ε. με πολλές ελπίδες μας λέει ένας φίλος δημοσιογράφος. Μέσα σε λίγα χρόνια, οι παραγωγικές δομές άλλαξαν. Ενώ ήμαστε αγροτική και ναυτική χώρα, η οικονομία μας στράφηκε στις υπηρεσίες. Τα χωριά ερήμωσαν και σήμερα εισάγουμε πολλά αγροτικά προϊόντα από χώρες του εξωτερικού. Πολλοί αγρότες προτίμησαν τις επιχορηγήσεις από το να καλλιεργούν τα χωράφια τους. Το ίδιο και οι ψαράδες. Το μόνο που απέμεινε είναι οι καλές μας εξαγωγές, κυρίως στην ένδυση, την υπόδυση και την υφαντουργία, που ακόμα πάνε καλά. Τα χρήματα των ευρωπαϊκών ταμείων έγιναν δρόμοι, ήδη από τη δεκαετία του 1980. Θυμάμαι, μάλιστα, ότι τα περισσότερα μέλη της τότε κυβέρνησης ήταν πολιτικοί μηχανικοί. Όμως, το οδικό δίκτυο δεν σε βοηθάει να γίνεις πιο παραγωγικός και ανταγωνιστικός...».
Για τον πεπειραμένο δημοσιογράφο, η καταστροφή δεν ήρθε μόνο από την έλλειψη ανταγωνιστικότητας, αλλά και από το λάιφσταϊλ που έφερε το ευρωπαϊκό χρήμα: «Επικράτησε μια άποψη ότι το μόνο που αξίζει είναι η επιτυχία και η κατανάλωση. Μέχρι το 1985, οι Πορτογάλοι αποταμίευαν το 25% των εισοδημάτων τους. Το 1990, το 10% και μετά το 7%. Τώρα όλοι χρωστάμε στις τράπεζες.
Η έννοια της οικογένειας άλλαξε. Οι νεόπλουτοι Πορτογάλοι ξεφορτώθηκαν τους γονείς, τους οποίους έκλεισαν σε γηροκομεία. Σήμερα τους ξαναθυμούνται διότι έχουν ανάγκη από τις συντάξεις τους. Σύμφωνα με στατιστικές, υπάρχουν 1.000.000 ηλικιωμένοι που ζουν στο όριο της φτώχειας. Χτίστηκαν νέα εμπορικά κέντρα με φίρμες που μας μύησαν στον καταναλωτισμό. Οι πλούσιες χώρες του Βορρά μας έστελναν τα προϊόντα και τα αγαθά τους κι εμείς αγοράζαμε σαν τρελοί. Όπως και η Ελλάδα, έτσι κι εμείς αγοράσαμε ένα γερμανικό υποβρύχιο. Το δικό μας δεν γέρνει, αλλά τι να το κάνουμε; Δεν μας απειλεί κάποιος εχθρός. Η κρίση που ζούμε είναι και δική μας ευθύνη, αλλά είναι “made in EU”».
Και τώρα τι θα κάνουν οι Πορτογάλοι; «Θα ζήσουν με το Mνημόνιο χωρίς να διαμαρτύρονται», λέει ο έμπειρος δημοσιογράφος. «Όλοι αναγνωρίζουμε ότι ξοδεύαμε παραπάνω και ότι πρέπει να αλλάξουμε τρόπο ζωής. Αρχίζει να διαφαίνεται μια τάση αλληλεγγύης στους πιο αδύναμους, όπως η φετινή καμπάνια της τράπεζας τροφίμων για τους φτωχούς, που πήγε καλύτερα από κάθε άλλη φορά.
Το 80% των Πορτογάλων ψήφισε κόμματα που στηρίζουν τη λιτότητα, οπότε δεν υπάρχει περίπτωση ανατροπής. Ακόμα κι αν οι αριθμοί δεν δείχνουν βελτίωση των δεικτών –το αντίθετο, μάλιστα– δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτα. Όσο για τους Πορτογάλους πολιτικούς, που παντού κερδίζουν εύσημα για τη συναίνεση, μόνο μία έξυπνη κίνηση έκαναν. Ενώ η χώρα αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα, κρατήθηκαν με νύχια και με δόντια, να μη μπούμε πρώτοι στο Μνημόνιο. Η στάση αυτή τους δικαίωσε. Γιατί η Ελλάδα έγινε όντως το πειραματόζωο».
Η Ιζαμπέλ Κρουζ Αλμέιδα,διευθύντρια του πιο δημοφιλούς Μνημείου της Λισσαβώνας, του Monasterio de Jeronimos λέει:«Βιώνουμε μια δύσκολη κατάσταση.Όμως, ξέρετε, η ιστορία της χώρας μου είναι πολυκύμαντη. Ήμαστε μια τεράστια αυτοκρατορία με καραβέλες, που έφευγαν από το Μπελέμ κι έφταναν στις Ινδίες και στην Αμερική. Ζήσαμε μια πενηντάχρονη δικτατορία τον 20ό αιώνα. Χάσαμε τις αποικίες και τη δεκαετία του 1970, έφτασε ένα κύμα 1.000.000 προσφύγων από την Αγκόλα και τη Μοζαμβίκη. Το απορροφήσαμε, χωρίς να διαλυθεί το κράτος. Σε όλη μας την πορεία είχαμε χρυσές και σκοτεινές σελίδες. Μάθαμε όμως την τέχνη του βίου. Πιστεύω, λοιπόν, ότι και τώρα θα αντέξουμε. Εμείς οι Πορτογάλοι ξέρουμε να αντέχουμε...»
Μαργαρίτα Πουρνάρα/kathimerini.gr
Οι μισθοί μειώθηκαν σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, τα δώρα κόπηκαν, αργίες καταργήθηκαν, η ανεργία έφτασε το 15% –αριθμός ρεκόρ– όπως και η ύφεση, η οποία για το τρέχον έτος υπολογίζεται στο 3%. Η κυβέρνηση, με την στήριξη της αντιπολίτευσης, κέρδισε τους επαίνους της ευρωπαϊκής νομενκλατούρας αλλά όχι την εμπιστοσύνη των επενδυτών και την εκεχειρία των αγορών. Η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας εξακολουθεί να είναι το πιο σημαντικό πρόβλημα της χώρας.
Στην Αθήνα νιώθει κανείς στο πετσί του την οργή. Στη Λισσαβώνα, δεν υπάρχει θυμός. Ούτε αντίδραση. Μόνο ένα συγκαταβατικό βλέμμα. Επικρατεί η συμμόρφωση, η παραίτηση, η εσωστρέφεια. Όχι το ορθόδοξο «έχει ο θεός» αλλά το καθολικό «τα βάσανα είναι μέρος της ενάρετης ζωής».
Τι είναι αυτό που διαφοροποιεί τον Έλληνα από τον Πορτογάλο; Το ταμπεραμέντο; Η θρησκεία; Η μακρινή και πρόσφατη ιστορία; Η στάση ζωής; Γιατί, αν και οι δύο χώρες συναντιούνται στον ίδιο σφυγμό της κρίσης, έχουν τόσο αντίθετη ρότα; Είσαστε πολλά βήματα μπροστά μας» λέει ο Αντόνιο Πίντο Ριμπέιρο, μπλόγκερ, συγγραφέας, λέκτορας σε διεθνή πανεπιστήμια και επιμελητής στο Ιδρυμα Γκουλμπενκιάν.«Βέβαια, υπάρχουν και μεγάλες διαφορές.
Μη θεωρήσετε ότι εδώ δεν υπάρχουν σκάνδαλα ή διαφθορά. Κακές πολιτικές επιλογές. Ένας από τους κύριους λόγους που οδηγηθήκαμε στην κρίση είναι τα χρέη των νοικοκυριών. Βέβαια, γίνομαι έξαλλος, όταν πάνε να φορτώσουν τα πάντα στους πολίτες. Σαφέστατα ξόδευαν πολύ παραπάνω απ’ ό,τι κέρδιζαν. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η αποπληρωμή δανείων και καρτών τούς στερεί πάνω από το 70% του ήδη μειωμένου μισθού τους. Όμως, από τη δεκαετία του 1990 και μετά, οι τράπεζες έκαναν τα πάντα για να σπρώξουν τον συντηρητικό και συγκρατημένο μέσο Πορτογάλο σε μια ανεύθυνη καταναλωτική συμπεριφορά. Και το πέτυχαν με εορτοδάνεια, διακοποδάνεια, στεγαστικά. Σε αυτό τον εκμαυλισμό των πολιτών, προσθέστε και τον αθρόο κρατικό δανεισμό κι έχετε τη συνταγή της καταστροφής».
Ο Έλληνας λέει ανοιχτά και απερίφραστα τη γνώμη του και συγκρούεται με τους άλλους. Ο Πορτογάλος δεν θα τοποθετηθεί ευθέως. Θα βάλει στα λόγια του ένα “ίσως”, ένα διφορούμενο στοιχείο».Οι διαδηλώσεις είναι πάντα ήρεμες.Τα πλάνα που δείχνει η τηλεόραση από τα επεισόδια της Αθήνας μάς σοκάρουν. Δεν μπορούμε να ταυτιστούμε με τον θυμό σας. Πολλοί θεωρούν ότι αν χρεοκοπήσετε, θα μας πάρετε στον λαιμό σας.
Όμως, η Ευρώπη είναι μια οικογένεια και δεν μπορείς να πετάξεις ένα μέλος έξω από το σπίτι, χωρίς να μείνουν βαθιά τραύματα. Πρέπει να σας στηρίξουμε. Εγώ, από το δικό μου μετερίζι, δίνω αγώνα να εξηγήσω στους συμπατριώτες μου τι είναι η σύγχρονη Ελλάδα, μακριά από τα στερεότυπα.Και στην Πορτογαλία έχουμε φτώχεια. Αλλά κρύβεται μέσα στα σπίτια, βιώνεται με ντροπή και ψευτοπερηφάνια. Η μεσαία τάξη εξαφανίζεται. Όμως, δεν υπάρχει καμιά αντίδραση. Μοιάζουμε με κάποιες ηρωίδες των φάδος, που τις κακοποιεί ο εραστής τους αλλά εκείνες συνεχίζουν να τον λατρεύουν και να λένε ότι θα παραμείνουν δίπλα του για πάντα...».
«Η Πορτογαλία –όπως και η Ελλάδα– μπήκε στην Ε.Ε. με πολλές ελπίδες μας λέει ένας φίλος δημοσιογράφος. Μέσα σε λίγα χρόνια, οι παραγωγικές δομές άλλαξαν. Ενώ ήμαστε αγροτική και ναυτική χώρα, η οικονομία μας στράφηκε στις υπηρεσίες. Τα χωριά ερήμωσαν και σήμερα εισάγουμε πολλά αγροτικά προϊόντα από χώρες του εξωτερικού. Πολλοί αγρότες προτίμησαν τις επιχορηγήσεις από το να καλλιεργούν τα χωράφια τους. Το ίδιο και οι ψαράδες. Το μόνο που απέμεινε είναι οι καλές μας εξαγωγές, κυρίως στην ένδυση, την υπόδυση και την υφαντουργία, που ακόμα πάνε καλά. Τα χρήματα των ευρωπαϊκών ταμείων έγιναν δρόμοι, ήδη από τη δεκαετία του 1980. Θυμάμαι, μάλιστα, ότι τα περισσότερα μέλη της τότε κυβέρνησης ήταν πολιτικοί μηχανικοί. Όμως, το οδικό δίκτυο δεν σε βοηθάει να γίνεις πιο παραγωγικός και ανταγωνιστικός...».
Για τον πεπειραμένο δημοσιογράφο, η καταστροφή δεν ήρθε μόνο από την έλλειψη ανταγωνιστικότητας, αλλά και από το λάιφσταϊλ που έφερε το ευρωπαϊκό χρήμα: «Επικράτησε μια άποψη ότι το μόνο που αξίζει είναι η επιτυχία και η κατανάλωση. Μέχρι το 1985, οι Πορτογάλοι αποταμίευαν το 25% των εισοδημάτων τους. Το 1990, το 10% και μετά το 7%. Τώρα όλοι χρωστάμε στις τράπεζες.
Η έννοια της οικογένειας άλλαξε. Οι νεόπλουτοι Πορτογάλοι ξεφορτώθηκαν τους γονείς, τους οποίους έκλεισαν σε γηροκομεία. Σήμερα τους ξαναθυμούνται διότι έχουν ανάγκη από τις συντάξεις τους. Σύμφωνα με στατιστικές, υπάρχουν 1.000.000 ηλικιωμένοι που ζουν στο όριο της φτώχειας. Χτίστηκαν νέα εμπορικά κέντρα με φίρμες που μας μύησαν στον καταναλωτισμό. Οι πλούσιες χώρες του Βορρά μας έστελναν τα προϊόντα και τα αγαθά τους κι εμείς αγοράζαμε σαν τρελοί. Όπως και η Ελλάδα, έτσι κι εμείς αγοράσαμε ένα γερμανικό υποβρύχιο. Το δικό μας δεν γέρνει, αλλά τι να το κάνουμε; Δεν μας απειλεί κάποιος εχθρός. Η κρίση που ζούμε είναι και δική μας ευθύνη, αλλά είναι “made in EU”».
Και τώρα τι θα κάνουν οι Πορτογάλοι; «Θα ζήσουν με το Mνημόνιο χωρίς να διαμαρτύρονται», λέει ο έμπειρος δημοσιογράφος. «Όλοι αναγνωρίζουμε ότι ξοδεύαμε παραπάνω και ότι πρέπει να αλλάξουμε τρόπο ζωής. Αρχίζει να διαφαίνεται μια τάση αλληλεγγύης στους πιο αδύναμους, όπως η φετινή καμπάνια της τράπεζας τροφίμων για τους φτωχούς, που πήγε καλύτερα από κάθε άλλη φορά.
Το 80% των Πορτογάλων ψήφισε κόμματα που στηρίζουν τη λιτότητα, οπότε δεν υπάρχει περίπτωση ανατροπής. Ακόμα κι αν οι αριθμοί δεν δείχνουν βελτίωση των δεικτών –το αντίθετο, μάλιστα– δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτα. Όσο για τους Πορτογάλους πολιτικούς, που παντού κερδίζουν εύσημα για τη συναίνεση, μόνο μία έξυπνη κίνηση έκαναν. Ενώ η χώρα αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα, κρατήθηκαν με νύχια και με δόντια, να μη μπούμε πρώτοι στο Μνημόνιο. Η στάση αυτή τους δικαίωσε. Γιατί η Ελλάδα έγινε όντως το πειραματόζωο».
Η Ιζαμπέλ Κρουζ Αλμέιδα,διευθύντρια του πιο δημοφιλούς Μνημείου της Λισσαβώνας, του Monasterio de Jeronimos λέει:«Βιώνουμε μια δύσκολη κατάσταση.Όμως, ξέρετε, η ιστορία της χώρας μου είναι πολυκύμαντη. Ήμαστε μια τεράστια αυτοκρατορία με καραβέλες, που έφευγαν από το Μπελέμ κι έφταναν στις Ινδίες και στην Αμερική. Ζήσαμε μια πενηντάχρονη δικτατορία τον 20ό αιώνα. Χάσαμε τις αποικίες και τη δεκαετία του 1970, έφτασε ένα κύμα 1.000.000 προσφύγων από την Αγκόλα και τη Μοζαμβίκη. Το απορροφήσαμε, χωρίς να διαλυθεί το κράτος. Σε όλη μας την πορεία είχαμε χρυσές και σκοτεινές σελίδες. Μάθαμε όμως την τέχνη του βίου. Πιστεύω, λοιπόν, ότι και τώρα θα αντέξουμε. Εμείς οι Πορτογάλοι ξέρουμε να αντέχουμε...»
Μαργαρίτα Πουρνάρα/kathimerini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου