"Η χρονιά της ερήμου" του νέου και ελπιδοφόρου αργεντινού συγγραφέα Πέδρου Μαϊράλ, στις εκδόσεις Πόλις, είναι ένα μυθιστόρημα για την Αργεντινή της κρίσης. Είναι σίγουρα υπερτονισμένο ως ένα βαθμό, γιατί ο συγγραφέας θέλει να αποδώσει μια φρικιαστική αλληγορία για την τρομακτική κρίση της Αργεντινής που ξέσπασε και σάρωσε στο διάβα της ζωές, αξίες, θεσμούς, όνειρα. Η κατάσταση που επικρατεί στη χώρα μας προκαλεί ανατριχίλα:
Το ηλεκτρικό κόβεται, οι υπολογιστές αντικαθιστώνται με γραφομηχανές, το πλύσιμο στο πλυντήριο γίνεται πολυτελής συνήθεια, αφού δεν υπάρχουν ρεύμα και απορρυπαντικά. Αντικαθίσταται από το πατροπαράδοτο πλύσιμο στη σκάφη, συχνά χωρίς σαπούνι. Οι εκπομπές στην τηλεόραση προβάλλονται με διακοπές που όσο πάνε επεκτείνονται.Τα ίδια και το ραδιόφωνο που αποτελεί πηγή ενημέρωσης και ψυχαγωγίας στους ελευθέρους πολιορκημένους.
Η βενζίνη γίνεται σπάνιο είδος, τα νοσοκομεία μένουν από φάρμακα, υλικό και ιατρικά εργαλεία. Οι γιατροί αναγκάζονται να γυρίσουν στα παλιά πατροπαράδοτα μαντζούνια της μεσαιωνικής επαρχίας, για να ανακουφίσουν πρόσκαιρα και όχι για να θεραπεύσουν, τους αρρώστους. Οι επιδημίες θερίζουν ανθρώπινες ζωές, χωρίς κανείς να μπορεί να τις αντιμετωπίσει.
Και όταν δεν θερίζουν οι επιδημίες, θερίζουν οι σφαίρες, καθώς οι δρόμοι είναι γεμάτοι οδοφράγματα, με μόνιμη την υπόκρουση των εκρήξεων, το κροτάλισμα των όπλων, με τις κάνες να προβάλλουν από ανοιχτά παράθυρα και να σκορπούν τον θάνατο. Το κέντρο της πόλης βρίσκεται στο έλεος συμμοριών, ένστολων και επαναστατημένων, έτσι που η πεινασμένη επαρχία έχει εισβάλει στην πρωτεύουσα και διαγουμίζει το καθετί.
Ηχητική υπόκρουση οι λεηλασίες στα καταστήματα, το σπάσιμο των βιτρινών με τους ιδιοκτήτες ένοπλους να υπερασπίζονται το βιος τους, οι προκηρύξεις, τα επαναστατικά τραγούδια και συνθήματα. Λαϊκοί ηγέτες της στιγμής, ριζοσπάστες συνθηματολόγοι, ένοπλες ομάδες ρέμπελων και ένοπλες ομάδες πραιτωριανών του καθεστώτος, σε ένα τραγικό χορό θανάτου, με δίκες και θανατικές εκτελέσεις χωρίς απολογία και χωρίς δικαστική απόφαση. Παντού το δίκιο της κάνης, η επιβολή του ισχυρότερου.Το ηλεκτρικό κόβεται, οι υπολογιστές αντικαθιστώνται με γραφομηχανές, το πλύσιμο στο πλυντήριο γίνεται πολυτελής συνήθεια, αφού δεν υπάρχουν ρεύμα και απορρυπαντικά. Αντικαθίσταται από το πατροπαράδοτο πλύσιμο στη σκάφη, συχνά χωρίς σαπούνι. Οι εκπομπές στην τηλεόραση προβάλλονται με διακοπές που όσο πάνε επεκτείνονται.Τα ίδια και το ραδιόφωνο που αποτελεί πηγή ενημέρωσης και ψυχαγωγίας στους ελευθέρους πολιορκημένους.
Η βενζίνη γίνεται σπάνιο είδος, τα νοσοκομεία μένουν από φάρμακα, υλικό και ιατρικά εργαλεία. Οι γιατροί αναγκάζονται να γυρίσουν στα παλιά πατροπαράδοτα μαντζούνια της μεσαιωνικής επαρχίας, για να ανακουφίσουν πρόσκαιρα και όχι για να θεραπεύσουν, τους αρρώστους. Οι επιδημίες θερίζουν ανθρώπινες ζωές, χωρίς κανείς να μπορεί να τις αντιμετωπίσει.
Και όταν δεν θερίζουν οι επιδημίες, θερίζουν οι σφαίρες, καθώς οι δρόμοι είναι γεμάτοι οδοφράγματα, με μόνιμη την υπόκρουση των εκρήξεων, το κροτάλισμα των όπλων, με τις κάνες να προβάλλουν από ανοιχτά παράθυρα και να σκορπούν τον θάνατο. Το κέντρο της πόλης βρίσκεται στο έλεος συμμοριών, ένστολων και επαναστατημένων, έτσι που η πεινασμένη επαρχία έχει εισβάλει στην πρωτεύουσα και διαγουμίζει το καθετί.
Οι άνθρωποι κλείνονται στα σπίτια τους, αρνούνται να κατέβουν στους δρόμους που περπατούσαν, τα οικοδομικά τετράγωνα επικοινωνούν μεταξύ με υποτυπώδεις εναέριες γέφυρες, και οι σφαίρες να σφυρίζουν γύρω τους. Οι ανθρώπινες σχέσεις, τα συναισθήματα γυρίζουν εκατομμύρια χρόνια πίσω, όταν τα δίποδο ον που λέγεται άνθρωπος είχε σπίτι του την ζούγκλα.
Τα σχολεία μένουν χωρίς βιβλία και χωρίς χαρτί να γράψουν οι μαθητές, το γκάζι είναι κομμένο, οι άνθρωποι μαγειρεύουν το λιτό φαγί τους ακόμη και με προσάναμμα τα παραθυρόφυλλα των σπιτιών τους. Ένα ατέλειωτο ανθρωπομάνι κατατρεγμένων ,πεινασμένων, ειδικά στην παραμεθόριο, φεύγουν ποδαρόδρομο από τη χώρα να γλυτώσουν από την πείνα, τη δυστυχία και το θάνατο.
Η ηρωίδα του βιβλίου , η Μαρία Βαλπέζ Νεϊλαν, ζούσε μια ήρεμη μικροαστική ταχτοποιημένη ζωή. Γραμματέας σε μια λατινοαμερικάνικη πολυεθνική, φρόντιζε τον πατέρα της και φλέρταρε τον όμορφο νεαρό Αλεχάντρο.Η κρίση της ανέτρεψε τα πάντα και τη βυθίζει σταδιακά στη φρίκη.Ο Αλεχάντρο συλλαμβάνεται από τις δυνάμεις του καθεστώτος, η ίδια χάνει την δουλειά της, γίνεται νοσοκόμα για να φροντίσει τον ετοιμοθάνατο πατέρα της, εγκαταλείπει το νοσοκομείο, για να μη γίνει ένα από τα επόμενα θύματα σε αυτή την επικράτεια θανάτου, που έχουν καταντήσει τα νοσοκομεία της χώρας.
Περιπλανιέται αβοήθητη στους πέντε δρόμους, η αδυσώπητη ανάγκη του ψωμιού την αναγκάζει να γίνει πόρνη και στη συνέχεια φόνισσα. Τρέπεται σε φυγή, για να βρει απάγκιο στην πρωτόγονη αθωότητα των φυλών της προκολομβιανής περιόδου τη χώρας της. Αναπολεί παραληρηματικά τον αγαπημένο της Αλεχάντρο και τις βόλτες με τη μηχανή του στο όμορφο, προ κρίσης, Μπουένος Αϋρες, ώσπου κατανοεί ότι εκείνος ο παράδεισος της νιότης και της ανεμελιάς, έχει οριστικά χαθεί.
Είναι μια ιστορία για την έρημο αλλά και για τη φωνή της ερήμου, που αφηγείται με παράδοξο χιούμορ και πηγαία ανθρωπιά την κατάντια της ίδιας της ανθρωπότητας, όπως σημειώνει το οπισθόφυλλο του βιβλίου…
www.protagon.gr/ Γιάννης Σιδέρης
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου